επιστροφή

Γιατί Γράφω

Στείλτε το δικό σας σχόλιο

 

Στην σελίδα  “γιατί αυτή η τοποθεσία” έγραψα ότι στα μυθιστορήματά μου, όλες οι ιστορίες είναι προϊόν φαντασίωσης και δεν αποτελούν καταγραφή βιωμάτων. Ήδη όμως σε αυτή την σελίδα θα διαψευθώ.

Σε ένα ανέκδοτο μυθιστόρημα μου (Η ζωή μου με τον Φραγκίσκο), αφηγούμαι την ιστορία ενός εκδότη, δειλού και άτιμου, ο οποίος εκδίδει βιβλία χαμηλού επιπέδου αξιώνοντας μια πλούσια αποζημίωση από τους συγγραφείς. Δεν πρόκειται για ένα γεγονός απόλυτης φαντασίας εφόσον κατά κάποιο τρόπο αποτελεί μία καθημερίνη πρακτική. Ο πρωταγωνιστής μας όμως στο τέλος υφίσταται  μια μετάλλαξη που τον οδηγεί τελικά να ξαναβρεί αυτό που ήταν όταν παρακολουθούσε ακόμη το γυμνάσιο. Ο εκδότης μας λοιπόν είχε ένα χόμπι, ήταν και αυτός ένας ερασυτέχνης συγγραφέας. Έτσι λοιπόν σε μια συνομιλία του με έναν από τους επι πληρωμή “δημιουργούς” του, όλοι τους θύματα των πράξεων του, εξομολογείτε τους λόγους για τους οποίους γράφει. Εγώ ο ίδιος αναγνωρίζω σε αυτά τα κίνητρα τους λόγους για τους οποίους θεωρώ τον εαυτό μου ένα συγγραφέα και ακριβώς για αυτό τον λόγο τους έβαλα στο στόμα του  δειλού και άτιμου εκδότη.

Όταν με ρωτούν “γιατί γράφω” έχω την αίσθηση ότι με προσκαλούν σε γαμήλιο γλέντι.

Έχω πολλές απαντήσεις, ανάλογα με το ποιος μου κάνει την ερώτηση, πάντα έτοιμος να ικανοποιήσω τον καθένα.

Γράφω γιατί είναι ένα χόμπι όπως κάποιοι άλλοι παίζουν τένις.

Μπορεί να φαίνεται ασήμαντη ως απάντηση, αλλά  συνήθως εγείρει θαυμασμό, γιατί για τους πολλούς το τένις είναι διασκέδαση ενώ το γράψιμο όχι. Τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Όταν τα καταφέρνω να ολοκληρώσω ένα έργο νιώθω σαν τον πατέρα που έζησε τη γέννηση του γιου του, σαν κάποιον που έχει αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σαν να έχω κερδίσει την λοταρία. Η συγγραφή είναι χαρά, δεν προκείται για μια απλή διασκέδαση. Ένας γνωστός μου, συνταξιούχος δικαστής, που γράφει ποίηση έχει την ίδια άποψη. “ Με τι θα μπορούσε να συγκριθεί το συναίσθημα του να είσαι μόνος με το “μυαλό” σου και να βρίσκεις τις σωστές λέξεις για να συμπληρώσεις ένα σονέτο; Μόνο συνάδελφοι μπορούν να το νιώσουν.”

Τον συνάντησα πρόσφατα και του είπα ότι τον χρησιμοποίησα, επαναλαμβάνοντας την φράση του, ως παράδειγμα.
“Θυμάσαι ότι την έχεις πεί”
“Φυσικά συνάδελφε, και σε βεβαιώνω ότι ακόμη έχω την ίδια άποψη.”
Έκανα αναφορά σε σένα.”
“Μα θα πρέπει να ολοκληρώσεις τη σκέψη μου: ... μπροστά στο τζάκι, στο βουνό, συντροφιά με μια όμορφη γυναίκα.”
Ομολογώ ότι αυτό το δεύτερο μέρος δεν το θυμόμουν. Έπρεπε να το  μεταφέρω και αυτό μα,    μετά από απόδοση σε μια γλώσσα πιο βολική, γιατί όπως μου είχε ειπωθεί θα έκανε να κοκκινίσει ακόμη και λιμενεργάτη.

Εάν πιστεύω ότι το “τένις” δεν αρκεί, τότε η “αιτία” είναι το Κλασσικό Λύκειο.

Αυτή τη δικαιολογία την χρησιμοποιώ για όλους εκείνους που δεν παρακολούθησαν, όπως εγώ, τις κλασσικές σπουδές και αισθάνονται διαφορετικοί. Παραδέχομαι ότι αυτή η απάντηση κρύβει μέσα της κάποιο είδους σαδισμού. Το χαρτί του Κλασσικού Λυκείου εξαρτάται από τον συνομιλιτή και βεβαίως δεν είναι προσβλητική.

Πριν από λίγο καιρό μου “βγήκε” και η απάντηση το κάνω ως “φόρο τιμής προς τους προγόνους μου.” Θα έλεγα ότι σαν απάντηση δεν είναι και τόσο κακή. Προιδεάζει ένα ιδιαίτερο υπόβαθρο και μου είναι χρήσιμο, όταν πρέπει να εξηγήσω ορισμένα σημεία της διήγησης.

Όλοι αυτοί οι λόγοι, για τους οποίους γράφω, είναι ψεύτικοι και απατηλοί, και τους ανέφερα  μόνο και μόνο για να αποκρούσω μια “φτώχη” περιέργεια με μία εξίσου μέτρια εξήγηση.

Η αλήθεια είναι άλλη· γράφω γιατί σκέφτομαι πόλυ.

Κατανοώ ότι είναι μια αινιγματική απάντηση και ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί λιγότερο ειλικρινής από τις προηγούμενες είναι όμως η απλή αλήθεια.

Έχω καταλάβει ότι σκέπτομαι  και πολύ και συχνά, επομένως αξίζει τον κόπο να καταγράφω την κάθε ιδέα μου έτσι ώστε να μην ξεχαστούν. Χρησιμοποιώντας αυτούς τους όρους ίσως να θεωρηθώ ματαιόδοξος, μιας και κάποιος μπώρει να πιστέψει ότι θεωρώ την σκέψη μου “τέλεια” και επομένως είναι χρέος μου να την καταγράψω. Και προφήτης ακόμη, δεν απαιτεί τέτοια δόξα εφόσον υπάρχουν κάποιοι έτοιμοι να το κάνουν για αυτόν. Καταγράφω τις ιδέες μου μόνο για μένα και όχι για να τα “οικονομήσω” ή για “παραγωγικούς” λόγους. Δεν γράφω με μόνο στόχο την δημοσίευση των έργων μου άλλα δίνω ζωή σε ένα μυθηστόριμα αφού πρώτα επεξεργαστώ μια σειρά από απόψεις που μπορεί να είναι και πληκτικές. Και γύρω από αυτές τις ιδέες προσπαθώ να χτίσω την διήγηση, προσπαθόντας να διμιουργήσω το κατάλληλο ένδυμα για να τις “ντύσω.” Όλο αυτό το κάνω μόνο για μένα, για δική μου ικανοποίηση και προσωπική φιλοδοξία. Στο τέλος τέλος με εκφράζει απόλυτα η άποψη: “γράφω γιατί με αυτόν τον τρόπο τηρώ το ημερολόγιο των ιδεών μου.” Έτσι μου αρέσει. 

“Θέλω να θυμάμαι ότι υπήρξα”  (Dino Buzzati)

Είναι αλήθεια όμως ότι υπάρχει ένας λόγος ακόμη, κρυφός, και που ούτε εγώ ο ιδιος τον ήξερα πριν τον ανακαλύψω. Ήμουν μαζί της μια μέρα και μιλούσαμε για τις δουλειές μας, γιατί το κάνεις; τι είναι αυτό που σου αρέσει; όλες εκείνες οι ανόητες ερωτήσεις που σου επιτρέπουν να την κοιτάζεις στα μάτια και να κάνεις διάφορες σκέψεις.

“Εάν δεν έκανα αυτό που κάνω, θα ήθελα να ήμουν ένας πιτσαδόρος” της είπα.

“Πολύ χαριτωμένο! θα γινόσουν πολύ πλούσιος αν και πρόκειτε για μια εργασία μονότονη και επαναλαμβανόμενη.” Ως συνήθως ενώ αυτή είναι αυτοπαθής και πραγματίστρια, εγώ είμαι ένας ονειροπόλος.

“Έτσι είναι, έχεις δίκιο. Τώρα που το σκέπτομαι θα ήθελα να κάνω κάτι για λογαριασμό μου και μόνο, σαν τον μοναχικό λύκο, που να μην με υποχρέοναι σε συνεχή επαφή με τον κόσμο. Ξέρεις η δουλειά του εκδότη επιβάλλει την συνεχή επαφή όσο για τη δουλειά του γραφείου, ακόμη χειρότερα...”

“Άρα θα έπρεπε να ασχολιθείς με κάτι το προσωπικό με κάτι που θα σου επιτρέπει να είσαι μόνος με τον εαυτό σου.” Προεξωφλημένη υπόδειξη, και πριν προλάβει να το πεί εκείνη εγώ είχα ήδη την απάντηςη, “θα κάνω τον Συγραφέα.”

“Γιατί δεν ασχολήσε με το γράψιμο, πιστεύω ότι είναι η πιο ιδιωτική και μοναχική ενασχόληση που υπάρχει στον κόσμο” είπε εκείνη και δεν μπορούσα παρά μόνο να συμφωνήσω, φέρνοντας στον μυαλό τον φίλο μου τον ποιητή κοιτάζοντας γύρω μου μήπως και διακρίνω ένα τζάκι ώστε να “ολοκληρώσω” το σονέτο κατά τα λεγόμενα του.

Δυστυχώς δεν υπήρχε τζάκι.